22.4 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
ΑρχικήΝέαΠολιτισμόςΕυάγγελος Ι. Τζάνος: «Είναι τόσος ο πλούτος της γλώσσας μας που, όσον...

Ευάγγελος Ι. Τζάνος: «Είναι τόσος ο πλούτος της γλώσσας μας που, όσον καιρό κι αν τη μελετάς, πάλι νομίζεις πως βρίσκεσαι στην αρχή».

Ημερομηνία:

Ευάγγελος Ι. Τζάνος

Συναντήσαμε τον συγγραφέα Ευάγγελο Ι. Τζάνο* με αφορμή το βιβλίο του «Γεράσιμος Βώκος. Η ζωή και το έργο του. Η βιβλιογραφία του (1886-2020)», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παρασκήνιο. Ο Γεράσιμος Βώκος (Πάτρα 1868 – Παρίσι 1927) υπήρξε λογοτέχνης, ζωγράφος, εκδότης περιοδικών, μεταφραστής, αρθρογράφος, ρεπόρτερ. Έζησε μια πολυτάραχη ζωή. Μετά το θάνατό του, λησμονήθηκε για καιρό.

Κύριε Τζάνο, πώς οδηγηθήκατε στην απόφαση να ασχοληθείτε με τη ζωή και το έργο του Γεράσιμου Βώκου;

Προτού απαντήσω στην ερώτησή σας, θέλω να σας ευχαριστήσω για τη φιλοξενία και να ευχηθώ στην ιστοσελίδα σας, κύριε Σύρρο, καλή τύχη. Πάνε χρόνια από τότε που διαπίστωσα ότι το έργο του Γεράσιμου Βώκου έχει λησμονηθεί. Κάποιοι τον ήξεραν ως ζωγράφο και άλλοι τον μνημόνευαν για τα περιοδικά του. Μελετώντας το σύνολο του έργου του, έβγαλα το συμπέρασμα πως οφείλουμε στον Βώκο μια θέση στα γράμματά μας. Μιλάμε για πολυσχιδή προσωπικότητα για ένα πρόσωπο μυθιστορηματικό, όπως αποδεικνύεται στο εν λόγω βιβλίο, παρ’ όλο που η αξία του λογοτεχνικού έργου του είναι αμφισβητήσιμη. Μην ξεχνάτε, ωστόσο, ότι ο Βώκος υπήρξε γι’ αρκετά χρόνια δημοσιογράφος της εφημερίδας «Ακρόπολις», ένα μετερίζι απ’ όπου έδωσε τον καλύτερο εαυτό του.

Ποιο ήταν το κοινωνικό και ποιο το λογοτεχνικό περιβάλλον του;

Ο Βώκος έλκει την καταγωγή από την Εύβοια. Οι πρόγονοί του εγκαταστάθηκαν στην Ύδρα κι από εκεί ο παππού του, ο Αντώνιος Βώκος, ήρωας του Εικοσιένα, πήγε στον Πειραιά. Ο Γεράσιμος προερχόταν από ναυτικό σόι, μάλιστα ένα παρακλάδι του γέννησε τον Ανδρέα Μιαούλη. Ο πατέρας του Γεράσιμου, όπως και ο θείος του, ο αδελφός του πατέρα του, υπηρετούσαν στο τότε Βασιλικό Ναυτικό καταλαμβάνοντας υψηλά αξιώματα. Γεννήθηκε στην Πάτρα, ήταν μια από τις μεταθέσεις του πατέρα του, και η μητέρα του η Δέσποινα πέθανε όταν ο Γεράσιμος ήταν πέντε χρονών. Πιθανώς στη νευροπάθειά του έπαιξε ρόλο και η ορφάνια του. Λάβετε υπόψη σας πως αρκετές φορές βρέθηκε τρόφιμος του Δρομοκαΐτειου. Τότε ο πατέρας του εγκατάστησε την οικογένειά του στον Πειραιά. Είχε ήδη αρκετά παιδιά. Εκεί παντρεύτηκε ξανά, έκανε κι άλλα παιδιά, κι αυτό ήταν ουσιαστικά το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε ο Γεράσιμος. Το λογοτεχνικό περιβάλλον του ήταν, ασφαλώς, ο Πειραιάς, που τότε αναπτυσσόταν οικονομικά. Ο Βώκος, εξωστρεφής, συμμετείχε σε περιοδικά της πόλης του και νεότατος εξέδωσε μια ποιητική συλλογή. Λίγο καιρό μετά, έκανε μεταφράσεις από τα γαλλικά και δημοσίευε διηγήματά του μέχρι να φτάσει στο μοναδικό μυθιστόρημά του με τίτλο «Ο Κύριος Πρόεδρος».

Θεωρείτε ότι επηρεάστηκε από σύγχρονούς του λογοτέχνες;

Θεωρώ ότι στα θεατρικά του έργα, γιατί έγραψε πολλά και κάποια από αυτά είχαν ιδιαίτερη εισπρακτική επιτυχία, επηρεάστηκε από τον Ίψεν. Στα πεζά του επηρεάστηκε από τους γάλλους λογοτέχνες που μελετούσε και από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής. Αν θεωρήσουμε ότι η πεζογραφία, εκείνον τον καιρό, ήταν ο Ροΐδης, ο Βιζυηνός και ο Παπαδιαμάντης, όπως τη βλέπουμε εκ των υστέρων, τότε ο σκιαθίτης πεζογράφος ήταν εκείνος που τον επηρέασε περισσότερο. Για ένα διάστημα φλέρταρε με την ωραιολογία, ένα ήδη πρωτοποριακό ευρωπαϊκό ρεύμα, αλλά μάλλον αυτού του είδους τα διηγήματά του είναι τα πιο αδύναμα.

Όπως αναφέρετε στο πρώτο μέρος του βιβλίου, ο Γεράσιμος Βώκος, προτού ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία, είχε καταταγεί στο Πολεμικό Ναυτικό…

Νομίζω, ήταν επόμενο να διαλέξει τη σταδιοδρομία στο Πολεμικό Ναυτικό, καθώς, όπως ο ίδιος άφησε να εννοηθεί, ως νέος βρέθηκε μπροστά στο δίλλημα να γίνει ποιητής ή στρατιωτικός. Ωστόσο, λίγα χρόνια μετά τη θητεία του, διαπίστωσε ότι ο χώρος των γραμμάτων ήταν αυτός που του ταίριαζε και παραιτήθηκε, χωρίς ασφαλώς ποτέ να μειωθεί η αγάπη του για το Ναυτικό. Ο ίδιος, πάλι, έγραψε πως η παραίτησή του δεν έγινε από δειλία, αλλά ύστερα από ωριμότερη σκέψη.

Ιδιαίτερη αίσθηση μου έκαναν οι πληροφορίες που δίνετε για τη φιλοζωία του Γεράσιμου Βώκου.

Αυτό ήταν κάτι που εξέπληξε κι εμένα. Όχι το ότι ο Βώκος είχε για ένα διάστημα δυο σκυλιά που υπεραγαπούσε, αυτό δικαιολογείται εύκολα από την αγάπη που είχε στα ζώα, αλλά επειδή, συντάσσοντας τη βιβλιογραφία του, εντόπισα πληθώρα χρονογραφημάτων, για παράδειγμα του Κονδυλάκη και του Καρκαβίτσα, που νεκρολόγησαν τα άτυχα ζώα χωρίς να ξεχάσουν να αναφερθούν στις πάμπολλες χάρες τους. Πιθανώς πρόκειται για μια τρυφερή παρένθεση στη ζωή του Βώκου.

Το δεύτερο μέρος του βιβλίου περιλαμβάνει κοντά χίλια λήμματα από μια πληθώρα πηγών. Τι βαθμό δυσκολίας συναντήσατε μέχρι να ολοκληρώσετε την εργασία σας;

Πρόκειται για μια εργασία που έγινε από την αρχή, καθώς δεν υφίσταται παρόμοια. Έπρεπε, λοιπόν, να ξεκινήσω από καμιά εικοσαριά λήμματα που είχα στη διάθεσή μου. Η έρευνα που έκανα για τη ζωή του με βοήθησε αρκετά και κατόπιν το ένα λήμμα έφερνε το άλλο. Αφιέρωσα πολύ χρόνο στη «σάρωση» της «Ακροπόλεως». Τον καιρό που έκανα την έρευνά μου δεν είχαν ακόμη ψηφιοποιηθεί τα περιοδικά και οι εφημερίδες, έτσι έπρεπε να περνώ πολλές ώρες στις βιβλιοθήκες. Έκανα αυτοψία σε όλα τα λήμματα εκτός από ένα, για το οποίο διέθετα μόνο τον τίτλο. Νιώθω κάπως άβολα που δεν το διευκρίνισα.

Θα σας ζητήσω να γυρίσετε πίσω στον χρόνο για να μας πείτε ποιο ήταν το πρώτο λογοτεχνικό κείμενο που γράψατε και ποιο το πρώτο που δημοσιεύτηκε.

Το πρώτο πεζό για το οποίο θα μπορούσα να μιλήσω ήταν ένα διήγημά μου με τίτλο «Ένα εύθυμο δράμα». Ήμουν μαθητής τότε του Λυκείου και ανάμεσα στις άλλες «υποχρεώσεις» μου βρήκα τον χρόνο, όχι μόνο να καθίσω να το γράψω, αλλά και να το υποβάλω σε έναν σχολικό διαγωνισμό διηγήματος. Αν και το διήγημα επαινέθηκε, και το λέω επειδή έτσι έγινε, λίγο καιρό μετά δεν με ικανοποιούσε, έτσι σήμερα δεν υπάρχει πια. Το πρώτο μου κείμενο που δημοσιεύτηκε ήταν στο περιοδικό «Τότε…». Επειδή διάβαζα το περιοδικό με ενδιαφέρον κάθε μήνα, έστειλα ένα άρθρο μου, δεν θυμάμαι ποιο, που όμως ήταν εκτός του προγραμματισμού τους. Όμως, με κάλεσαν να γράψω, με αμοιβή, κάτι που ως θέμα τους ενδιέφερε, το οποίο και δημοσίευσαν. Όσον αφορά το πρώτο διήγημά μου, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Νέες Τομές» και είχε τίτλο «Βραδινό λεωφορείο».

Από τότε που άρχισαν να δημοσιεύονται κείμενά σας, άλλαξε καθόλου η σχέση σας με το γράψιμο;

Με πολύ αργό ρυθμό, ναι, άλλαξε. Ωστόσο για χρόνια, αν και έγραφα συστηματικά, κάθε φορά που ολοκλήρωνα ένα πεζό, το κατέστρεφα. Και όσα από τα παλαιότερα υπάρχουν μέχρι σήμερα, «σώθηκαν» επειδή δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά. Τα περιοδικά τα αγαπούσα και τα αγαπώ. Για παράδειγμα, με ευχαριστούσε πολύ να διαβάζω τα «Γράμματα και τέχνες». Σήμερα, δουλεύω και ξαναδουλεύω κάθε κείμενό μου.

Περιδιαβαίνοντας ο αναγνώστης το λογοτεχνικό έργο σας, συναντά από  μικροδιηγήματα ελάχιστων αράδων μέχρι πολυσέλιδες νουβέλες. Καθορίζετε εξ αρχής την έκταση των κειμένων σας;

Προτού γράψω κάτι, το έχω ήδη ολοκληρώσει στο μυαλό μου και ασφαλώς γνωρίζω, πάνω-κάτω, την έκταση που θα έχει.

Πώς πλάθετε τα πρόσωπα των διηγημάτων σας; Πώς τους δίνετε υπόσταση, χαρακτήρα, χαρακτηριστικά, όνομα;

Οι χαρακτήρες στα πεζά μου φαίνονται, κυρίως, από τις πράξεις τους, όχι από τα λόγια τους. Όσο για το όνομά τους, είναι τέτοιο που να μου φαίνεται ταιριαστό με την προσωπικότητά τους. Εκείνο που οφείλω να διευκρινίσω είναι ότι το όνομα που δίνω σε ένα πρόσωπο δεν αναφέρεται στους συνονόματούς του που τυχόν γνωρίζουμε ή στην ιδιοσυστασία τους. Για παράδειγμα, ο Ευάγγελος είναι το πρόσωπο του συγκεκριμένου κειμένου και όχι κάποιος Ευάγγελος που ξέρουμε. Το λέω αυτό επειδή κάποιοι που με γνωρίζουν προσωπικά μπορεί να μπερδεύονται.

Τι είναι για σας οι λέξεις; Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να επιλέξετε κάποιες από αυτές ανάμεσα σε χιλιάδες λέξεις, κατά τη διαδικασία της συγγραφής;

Με χαροποιεί να βρίσκω λέξεις, να τις μαθαίνω κι ο ίδιος. Συχνά, σκαλώνω σε κάποια, αλλά έχω για σύμμαχό μου τα λεξικά που με βγάζουν από τη δύσκολη θέση, δίνοντάς μου συνώνυμα ή ακόμη «προτείνοντάς» μου μια πιο κατάλληλη λέξη. Είναι τόσος ο πλούτος της γλώσσας μας που, όσον καιρό κι αν τη μελετάς, πάλι νομίζεις πως βρίσκεσαι στην αρχή.

Γράφετε κάτι αυτό τον καιρό;

Ναι. Γράφω ένα μυθιστόρημα, μάλιστα το μεγαλύτερο μέρος του έχει ολοκληρωθεί. Μένει ωστόσο να το ξαναδουλέψω!

  • Για το βιβλίο τού Ευάγγελου Ι. Τζάνου έγραψε ο Θανάσης Αγάθος, Επίκουρος Καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το άρθρο του δημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό «Αναγνώστης»:

 Ο Γεράσιμος Βώκος και ο μυθιστορηματικός βίος του (του Θανάση Αγάθου)

Σχετικά Άρθρα

«Γλέντι έχει η Κερατιά σαν τα χρόνια τα παλιά» Αυτή την Κυριακή στην κεντρική πλατεία Κερατέας

Ο Δήμος Λαυρεωτικής διοργανώνει παραδοσιακό Αποκριάτικο γλέντι με γκόγκλιες (χειροποίητα ζυμαρικά),...

Νησιώτικο γλέντι από την Ένωση Θηραίων Λαυρεωτικής  

https://www.youtube.com/watch?v=qjNbfJMp57c Σάββατο 9 Μαρτίου 2024 στο Τεχνολογικό Πάρκο Λαυρίου και...

Τελευταία Άρθρα

spot_img